Ο χρόνιος πόνος είναι μία βασανιστική κατάσταση που επιφέρει μείζονες έως και καταστροφικές αλλαγές στη ζωή του ανθρώπου.
Συνήθως το πρόβλημα ξεκινάει με ένα αρχικό συμβάν, τραύμα, σπασμό, χειρουργική επέμβαση, λοίμωξη, όγκο ή εκφύλιση που ακόμα κι αν έχει παρέλθει ή θεραπευτεί, συνεχίζει να προκαλεί πόνο. Όταν ο πόνος παραμένει για μεγάλο χρονικό διάστημα υπάρχει η δυσμενής εξέλιξη να γίνει πάθηση από μόνος του. Η φύση του πόνου αλλάζει με τον καιρό, μέχρι που γίνεται αισθητός ως μόνιμο κάψιμο, σφίξιμο ή σουβλιά που περιορίζεται σε κάποια περιοχή αλλά μπορεί, παροξυσμικά, να επεκτείνεται πολύ περισσότερο.
Ο πόνος είναι απαραίτητος στο σώμα διότι προειδοποιεί για μία υποκείμενη βλάβη, οπότε είναι εντοπισμένος και μπορεί να είναι οξύς ή χρόνιος, πάντα όμως σε σχέση με την αρχική πάθηση. Όταν αλλάζει η φύση του και τα χαρακτηριστικά του, παύει να συμπεριφέρεται προειδοποιητικά και εντοπιστικά. Τότε καλείται νευροπαθητικός πόνος, ενώ στην καθομιλουμένη χρησιμοποιείται η έκφραση χρόνιος πόνος, όμως οι δύο όροι δε σημαίνουν ακριβώς το ίδιο στην ιατρική ορολογία.
Εκτός από τον νευροπαθητικό πόνο και τις διαταραχές της αισθητικότητας (δυσαισθησίες), η κίνηση του μέλους επηρεάζεται επίσης, με ελάττωση του εύρους της κίνησης, αδυναμία, σπασμούς και βραδύτητα. Το δέρμα της περιοχής που πονάει μπορεί να είναι μουδιασμένο, να έχει μυρμηκιάσματα ή τσιμπίματα (παραισθησίες). Σε άλλες περιπτώσεις γίνεται υπερευαίσθητο, ένα απλό άγγιγμα μπορεί να γίνεται επώδυνο (αλλοδυνία) και ένα μετρίως επώδυνο ερέθισμα μπορεί να γίνεται αφόρητο (υπεραλγησία), που είναι και τo σήμα κατατεθέν του νευροπαθητικού πόνου. Σε περιπτώσεις όπου το πρόβλημα παραμένει, παρατηρούναι τροφικές αλλοιώσεις στο δέρμα, τα νύχια και τις τρίχες, οίδημα, αλλαγή του χρώματος και της θερμοκρασίας.
Οι μηχανισμοί του χρόνιου πόνου είναι αντικείμενο συνεχιζόμενης έρευνας. Σε γενικές γραμμές, έχει διαπιστωθεί υπερδιεγερσιμότητα των κυκλωμάτων του νωτιαίου μυελού, που προκαλεί παθολογική και διάχυτη ενεργοποίηση αισθητικών νευρώνων, δυσανάλογη προς την αναμενόμενη απόκριση σε ένα δεδομένο ερέθισμα. Επίσης, έχει επιβεβαιωθεί ότι τα αποτελέσματα του χρόνιου πόνου φαίνονται και σε λειτουργικές απεικονιστικές δοκιμασίες του εγκεφάλου, συνηγορώντας υπέρ μίας δομικής μεταβολής των περιοχών που φέρνουν την αίσθηση του πόνου στη συνείδησή μας.
Ανεξαρτήτως του αρχικού συμβάντος που τον προκάλεσε, ο χρόνιος πόνος είναι μία νόσος καθεαυτή, που ακολουθεί πλέον τους δικούς της κανόνες και δε θεραπεύεται ακόμα και με την οριστική αντιμετώπιση του πρωτοπαθούς αιτίου. Η αντιμετώπιση συχνά χρειάζεται το συνδυασμό ιατρικών ειδικοτήτων και άλλων μορφών θεραπείας, διότι οφείλει να συμπεριλάβει όλες τις πτυχές του προβλήματος. Οι τρεις βασικοί πυλώνες της θεραπείας είναι η φαρμακοθεραπεία, ο συνδυασμός φυσιοθεραπείας με άλλες εξειδικευμένες προσεγγίσεις (πχ εργοθεραπεία, ψυχολογική υποστήριξη) και οι παρεμβατικές τεχνικές, χειρουργικές ή μη. Για την ορθή διάγνωση απαιτείται ένα λεπτομερές ιστορικό, αναζήτηση και ανάλυση των προηγούμενων ιατρικών φακέλων, νευρολογική εξέταση και συστηματική αξιολόγηση.
Ο κ Μπουρλογιάννης ασχολείται με τον νευροπαθητικό πόνο που αφορά τη σπονδυλική στήλη. Εξειδικεύτηκε σε μεγάλο κέντρο πόνου του Λονδίνου, στο νοσοκομείο St George’s University Hospitals, όπου ελάμβανε χώρα μία πολυπρισματική και άρτια συντονισμένη αντιμετώπιση της πλειοψηφίας των ασθενών με σχετικά προβλήματα. Ο συνδυασμός της εμπειρίας του στη χειρουργική της σπονδυλικής στήλης και της εξειδίκευσης στον πόνο, του δίνει μία αντικειμενική ματιά στο αν το σύμπτωμα του ασθενούς αντιμετωπίζεται ιδανικά ως δομικό ή λειτουργικό, δηλαδή ανήκει περισσότερο στο πεδίο της κλασσικής νευροχειρουργικής ώστε να αντιμετωπιστεί το αίτιο ή πρόκειται για λειτουργική διαταραχή που μπορεί να αντιμετωπιστεί ως σύμπτωμα με τις παρεμβάσεις πόνου.
.